bn:00018096n
Noun Concept
Categories: Χημικές ουσίες
EL
χημική ουσία  χημικό  καθαρή ουσία  χημικές ουσίες  χημικών
EL
Παράγεται ή χρησιμοποιείται σε αντίδραση και σχετίζεται με αλλαγές σε άτομα ή σε μόρια Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Παράγεται ή χρησιμοποιείται σε αντίδραση και σχετίζεται με αλλαγές σε άτομα ή σε μόρια Greek Open Multilingual WordNet
Χημική ουσία ονομάζεται, στη χημεία, μια μορφή της ύλης που έχει σταθερή χημική σύνθεση και χαρακτηριστικές ιδιότητες, δηλαδή μια χημική ουσία έχει μια ορισμένη «χημική ταυτότητα». Wikipedia
Χημικός όρος. Wikipedia Disambiguation
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
Wikipedia Translations