bn:00018866n
Noun Concept
EL
χρωματισμός  φασματική χρώμα  φασματικό χρώμα  χρωματική χρώμα
EL
Το χρώμα, ή κάθε ιδιαίτερη παραλλαγή του χρώματος Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources