bn:00019313n
Noun Concept
Categories: Φαρμακευτικά φυτά, Δέντρα, Φρούτα, Οπωροφόρα δέντρα, Εσπεριδοειδή
EL
γκρέιπφρουτ  γκρέιπ-φρουτ  δένδρο Citrus paradisi  Κιτρέα η παραδείσιος  Βοτρυόκαρπος
EL
Δένδρο του γένους Citrus που φέρει καρπούς μεγαλύτερους από το πορτοκάλι, με κίτρινο φλοιό, χυμώδη ανοιχτοκίτρινη σάρκα και πικρόξινη γεύση Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Δένδρο του γένους Citrus που φέρει καρπούς μεγαλύτερους από το πορτοκάλι, με κίτρινο φλοιό, χυμώδη ανοιχτοκίτρινη σάρκα και πικρόξινη γεύση Greek Open Multilingual WordNet
Το γκρέιπφρουτ είναι οπωροφόρο δέντρο της τάξης των σαπινδωδών, του γένους κίτρος και της οικογένειας των ρουτιδών, αγγειόσπερμο δικότυλο φυτό και καλλιεργείται για τον ομώνυμο καρπό του. Wikipedia