bn:00019475n
Noun Concept
EL
σφίξιμο  katame-waza  αγωνίζεται αναμονή  κατανόηση παλαμιαία  λαβή
EL
Το κράτημα κάποιου πράγματος σφιχτά Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources