bn:00019707n
Noun Concept
EL
ηπιότητα
EL
(ήπιος καιρός) όταν οι κλιματικές συνθήκες δεν είναι ακραίες (έντονο κρύο ή αφόρητη ζέστη) Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
(ήπιος καιρός) όταν οι κλιματικές συνθήκες δεν είναι ακραίες (έντονο κρύο ή αφόρητη ζέστη) Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet