Greek
English
Arabic
Chinese
Dutch
French
German
Greek
Hebrew
Hindi
Italian
Japanese
Korean
Polish
Portuguese
Russian
Spanish
more...
Translate into...
English
Arabic
Chinese
Dutch
French
German
Greek
Hebrew
Hindi
Italian
Japanese
Korean
Polish
Portuguese
Russian
Spanish
more...
bn:00019780n
Noun Concept
Categories: Κλίμα
EL
κλίμα  κλίματα  παγκόσμιο κλίμα
See more
EL
Το σύνολο των μετεωρολογικών φαινομένων που επικρατούν κατά την διάρκεια μιας μακράς περιόδου σε συγκεκριμένη περιοχή, χαρακτηρίζοντας τόσο την μέση κατάσταση της ατμόσφαιρας (στον τόπο αυτόν), όσο και την συχνότητα και την ένταση των μεταβολών της Greek Open Multilingual WordNet
Quit
Change View
Definitions
Relations
Sources
Greek
More languages...
English
Arabic
Chinese
Dutch
French
German
Greek
Hebrew
Hindi
Italian
Japanese
Korean
Polish
Portuguese
Russian
Spanish
more...
EL
Το σύνολο των μετεωρολογικών φαινομένων που επικρατούν κατά την διάρκεια μιας μακράς περιόδου σε συγκεκριμένη περιοχή, χαρακτηρίζοντας τόσο την μέση κατάσταση της ατμόσφαιρας (στον τόπο αυτόν), όσο και την συχνότητα και την ένταση των μεταβολών της Greek Open Multilingual WordNet
Κλίμα ονομάζεται η μέση καιρική κατάσταση ή καλύτερα ο μέσος καιρός μιας περιοχής, που προκύπτει από τις μακροχρόνιες παρατηρήσεις των διάφορων μετεωρολογικών στοιχείων. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
OmegaWiki
WordNet Translations