bn:00019811n
Noun Concept
Categories: Στενές σχέσεις
EL
αγκαλιά  αγκάλιασμα  αγκαλιάζω  το αγκάλιασμα
EL
Η ενέργεια του αγκαλιάζω, περίπτυξη Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η ενέργεια του αγκαλιάζω, περίπτυξη Greek Open Multilingual WordNet
Η αγκαλιά είναι μια μορφή αγάπης, καθολική στις περισσότερες ανθρώπινες κοινότητες, κατά την οποία δύο ή περισσότεροι άνθρωποι βάζουν τα χέρια τους γύρω από το λαιμό, την πλάτη ή τη μέση του άλλου και αγκαλιάζονται σφιχτά. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wikidata Alias
WordNet Translations
Wikipedia Translations