bn:00020002n
Noun Concept
Categories: Μετεωρολογία, Νέφη
EL
νέφος  σύννεφο  νέφη  σχηματισμό νεφών  σύννεφα
EL
Ορατή μάζα νερού ή μορίων πάγου, η οποία μπορεί να κινείται στην ατμόσφαιρα, κοντά στη γη Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ορατή μάζα νερού ή μορίων πάγου, η οποία μπορεί να κινείται στην ατμόσφαιρα, κοντά στη γη Greek Open Multilingual WordNet
Το νέφος ή σύννεφο αποτελεί ορατό σύνολο υδρατμών, λεπτότατων υδροσταγονιδίων ή λεπτότατων παγοκρυστάλλων, ή συνδυασμό των προηγουμένων, που προέρχονται από τη συμπύκνωση των υδρατμών που βρίσκονται στην ατμόσφαιρα. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
OmegaWiki
Wikipedia Redirections