bn:00020180n
Noun Concept
Categories: Ακτοφυλακή
EL
ακτοφυλακή  ακτοφύλακας  ακτοφυλακής
EL
Με τον όρο Ακτοφυλακή χαρακτηρίζεται γενικά η φύλαξη των ακτών μιας χώρας που διαθέτει ακτές. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources