bn:00020644n
Noun Concept
EL
κολεγιόπαις  φοιτητής κολεγίου  άνθρωπος κολέγιο  αγόρι κολέγιο  φοιτητής κολλέγιου
EL
Φοιτητής ή απόφοιτος κολεγίου ή πανεπιστημίου Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources