bn:00020656n
Noun Concept
EL
ανθρακωρυχείο  εξόρυξη άνθρακα  ανθρακωρυχεία  βιομηχανία άνθρακα  εξόρυξης άνθρακα
EL
Το ορυχείο από το οποίο εξορύσσεται άνθρακας Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources