bn:00020671n
Noun Concept
EL
σύγκρουση
EL
Το ισχυρό χτύπημα (πράγματος ή σώματος) με κάτι άλλο, που κινείται προς διαφορετική κατεύθυνση Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το ισχυρό χτύπημα (πράγματος ή σώματος) με κάτι άλλο, που κινείται προς διαφορετική κατεύθυνση Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet