bn:00021558n
Noun Concept
EL
ανησυχία
EL
Έλλειψη, διατάραξη της ησυχίας από κάποια αιτία Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Έλλειψη, διατάραξη της ησυχίας από κάποια αιτία Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia Translations