bn:00021939n
Noun Concept
EL
κατακτητής  κατακτήτρια  νικητής
EL
Αυτός που κατέκτησε ξένες χώρες ή εδάφη, ο στρατός και οι αρχές κατοχής μιας χώρας Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που κατέκτησε ξένες χώρες ή εδάφη, ο στρατός και οι αρχές κατοχής μιας χώρας Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations