bn:00022422n
Noun Concept
EL
κατσαρόλα  ταψί  μαγείρεμα τηγάνι  μαγειρικά σκεύη και bakeware
EL
Μαγειρικό σκεύος πλατύ και αβαθές συνήθως από μέταλλο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources