bn:00022516n
Noun Concept
Categories: Ηθολογία, Διατροφικές συμπεριφορές
EL
κοπροφαγία  coprophagia  coprophagy  coprophagous
EL
Η κοπροφαγία προέρχεται από τις λέξεις των Αρχαίων Ελληνικών «κόπρος», δηλαδή κόπρανα και «φαγεῖν», απαράμφετο του «ἔφαγον» και ουσιαστικά σημαίνει η κατανάλωση/βρώση κοπράνων. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Η κοπροφαγία προέρχεται από τις λέξεις των Αρχαίων Ελληνικών «κόπρος», δηλαδή κόπρανα και «φαγεῖν», απαράμφετο του «ἔφαγον» και ουσιαστικά σημαίνει η κατανάλωση/βρώση κοπράνων. Wikipedia
Wikipedia
Wikidata
WordNet Translations
Wikipedia Translations