bn:00023258n
Noun Concept
Categories: Πραξικοπήματα
EL
πραξικόπημα  στρατιωτικό πραξικόπημα  Κίνημα  πραξικοπήματα  πραξικόπημα-d'etat
EL
Η αιφνίδια και δυναμική πολιτική ενέργεια, που στοχεύει στην παράνομη ανατροπή κυβερνήσεως ή πολιτεύματος συνήθως με χρήση στρατιωτικών μέσων για την εγκαθίδρυση αντιλαϊκών και απολυταρχικών καθεστώτων Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η αιφνίδια και δυναμική πολιτική ενέργεια, που στοχεύει στην παράνομη ανατροπή κυβερνήσεως ή πολιτεύματος συνήθως με χρήση στρατιωτικών μέσων για την εγκαθίδρυση αντιλαϊκών και απολυταρχικών καθεστώτων Greek Open Multilingual WordNet
Πραξικόπημα, ή κίνημα, ονομάζεται η βίαιη και αιφνιδιαστική συνωμοτική πράξη που έχει σκοπό τη μεταβολή του πολιτεύματος προς όφελος της πολιτικής και στρατιωτικής κάστας μιας χώρας. Wikipedia