bn:00023290n
Noun Concept
EL
δόμος  στρώση  πορεία  σειρές από
EL
(οικοδ.) οριζόντια σειρά από πέτρες ή από πλίνθους, σειρά λιθοδομής Greek Open Multilingual WordNet
English:
architecture
Definitions
Relations
Sources
EL
(οικοδ.) οριζόντια σειρά από πέτρες ή από πλίνθους, σειρά λιθοδομής Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia Translations