bn:00023496n
Noun Concept
Categories: Δεξιότητες, Τεχνικές
EL
τεχνική  ειδικευμένη εργασία  λέμβος  μαστοριά  σκάφος
EL
Το σύνολο των γνώσεων και των εμπειριών, που είναι απαραίτητες για την άσκηση κάποιας ενασχόλησης, μιας δραστηριότητας Greek Open Multilingual WordNet
English:
profession
occupation
skill
Definitions
Relations
Sources
EL
Το σύνολο των γνώσεων και των εμπειριών, που είναι απαραίτητες για την άσκηση κάποιας ενασχόλησης, μιας δραστηριότητας Greek Open Multilingual WordNet
Οι τεχνικές είναι πρακτικές δεξιότητες που οδηγούν στην αποτελεσματική επίτευξη στόχων μέσω διαδικασιών που δεν είναι άμεσα προφανείς. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
WordNet Translations
Wikipedia Translations