bn:00023827n
Noun Concept
EL
εγκληματικότητα  criminalism  criminalness
EL
Η ροπή προς εγκληματικές πράξεις και η διάπραξή τους, η κατάσταση του να εγκληματεί κάποιος Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η ροπή προς εγκληματικές πράξεις και η διάπραξή τους, η κατάσταση του να εγκληματεί κάποιος Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet