bn:00024488n
Noun Concept
Categories: Αρετή, Κίνητρο, Δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων
EL
περιέργεια  περίεργος
EL
Η επιθυμία κάποιου να μαθαίνει τι είναι κάτι, το ενδιαφέρον για τις υποθέσεις των άλλων Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η επιθυμία κάποιου να μαθαίνει τι είναι κάτι, το ενδιαφέρον για τις υποθέσεις των άλλων Greek Open Multilingual WordNet
Η περιέργεια είναι μια ιδιότητα που σχετίζεται με την κριτική σκέψη, την εξερεύνηση, έρευνα και μάθηση, εμφανής από την παρατήρηση σε ανθρώπους και άλλα ζώα. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
OmegaWiki
WordNet Translations
Wikipedia Translations