bn:00025885n
Noun Concept
EL
υπερασπιστής  προστάτης  shielder  κηδεμόνας
EL
Αυτός που υπερασπίζεται κάποιον ή κάτι που απειλείται από έναν κίνδυνο ή δέχεται εχθρική επίθεση Greek Open Multilingual WordNet
English:
trust
law
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που υπερασπίζεται κάποιον ή κάτι που απειλείται από έναν κίνδυνο ή δέχεται εχθρική επίθεση Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary
WordNet Translations
Wikipedia Translations