bn:00025914n
Noun Concept
EL
έλλειψη
EL
Έλλειψη ικανοποιητικής ποσότητας ή αριθμού Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Έλλειψη ικανοποιητικής ποσότητας ή αριθμού Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet