bn:00025933n
Noun Concept
EL
αντιπληθωρισμός  αποπληθωρισμός
EL
Οικονομική πολιτική που έχει ως στόχο την καταπολέμηση του πληθωρισμού Greek Open Multilingual WordNet
English:
economics
Definitions
Relations
Sources