bn:00025960n
Noun Concept
EL
εκφυλισμός  αποκέντρωση  αποκέντρωσης
EL
Η ελάττωση ή η απώλεια αρχικής ιδιότητας, ικανότητας, δύναμης Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η ελάττωση ή η απώλεια αρχικής ιδιότητας, ικανότητας, δύναμης Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet