bn:00026200n
Noun Concept
EL
κρυψώνα  κρησφύγετο
EL
Μέρος για να κρυφτεί κάποιος, συνήθως απομακρυσμένη περιοχή που χρησιμοποιείται από παρανόμους Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Μέρος για να κρυφτεί κάποιος, συνήθως απομακρυσμένη περιοχή που χρησιμοποιείται από παρανόμους Greek Open Multilingual WordNet
DERIVATION
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations