bn:00026428n
Noun Concept
EL
πληρεξούσιος
EL
Ένα πρόσωπο που ενεργεί ως νόμιμος αντιπρόσωπος κάποιου άλλου Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ένα πρόσωπο που ενεργεί ως νόμιμος αντιπρόσωπος κάποιου άλλου Greek Open Multilingual WordNet
IS A
HAS KIND
Greek Open Multilingual WordNet