bn:00026499n
Noun Concept
EL
κατάβαση
EL
Η ενέργεια του κατεβαίνω, το κατέβασμα από κάποιο ψηλότερο σημείο σε ένα μέρος που βρίσκεται πιο χαμηλά Greek Open Multilingual WordNet
English:
aircraft
aeronautics
Definitions
Relations
Sources
EL
Η ενέργεια του κατεβαίνω, το κατέβασμα από κάποιο ψηλότερο σημείο σε ένα μέρος που βρίσκεται πιο χαμηλά Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet