bn:00026606n
Noun Concept
Categories: Αντιτορπιλικά, Πολεμικά πλοία
EL
αντιτορπιλικό  Αντιτορπιλλικό  καθοδηγείται αντιτορπιλικό πυραύλων  καταστροφέας minelayer  καταστροφείς
EL
Πολεμικό πλοίο με ειδικό εξοπλισμό, κατάλληλο για την καταδίωξη τορπιλοβόλων ή για την απόκρουση τορπιλών Greek Open Multilingual WordNet
English:
ship
Definitions
Relations
Sources
EL
Πολεμικό πλοίο με ειδικό εξοπλισμό, κατάλληλο για την καταδίωξη τορπιλοβόλων ή για την απόκρουση τορπιλών Greek Open Multilingual WordNet
Σύμφωνα με τη ναυτική ορολογία, τα αντιτορπιλικά είναι τύπος πολεμικών πλοίων, συνήθως ταχυκίνητων, ευέλικτων και μεγάλης αντοχής, που σχεδιάστηκαν και κατασκευάστηκαν με κύριο σκοπό τη συνοδεία μεγαλύτερων σκαφών ενός πολεμικού στόλου, νηοπομπής ή μάχιμης ομάδας, με σκοπό την υπεράσπισή τους εναντίον μικρότερων, αλλά ισχυρών επιτιθέμενων μονάδων μικρής ακτίνας δράσης. Wikipedia