bn:00027489n
Noun Concept
EL
αποκάλυψη  φανέρωμα  αποκαλύπτοντας
EL
Η γνωστοποίηση κρυφών στοιχείων, η φανέρωση.Πράξη ή γεγονός που κάνει γνωστό, που φέρνει στο φως, που φανερώνει Greek Open Multilingual WordNet
English:
law
Definitions
Relations
Sources
EL
Η γνωστοποίηση κρυφών στοιχείων, η φανέρωση.Πράξη ή γεγονός που κάνει γνωστό, που φέρνει στο φως, που φανερώνει Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet