bn:00028086n
Noun Concept
EL
δόγμα
EL
Θρησκευτική αρχή που δεν υπόκειται σε έλεγχο ή σε κριτική και που γίνεται υποχρεωτικά δεκτή Greek Open Multilingual WordNet
English:
Roman Catholic
Definitions
Relations
Sources
EL
Θρησκευτική αρχή που δεν υπόκειται σε έλεγχο ή σε κριτική και που γίνεται υποχρεωτικά δεκτή Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations