bn:00029277n
Noun Concept
EL
μίκρεμα  σμίκρυνση  συρρίκνωση μακριά  φθίνουσα
EL
Η μείωση του μεγέθους, το να κάνεις κάτι μικρότερο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η μείωση του μεγέθους, το να κάνεις κάτι μικρότερο Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet