bn:00029472n
Noun Concept
EL
ανατολικά από βόρεια  βορειοδυτικά  ebn  ανατολικά-βορειοανατολικά  ανατολικά-νοτιοανατολικά
EL
Το σημείο της πυξίδας που βρίσκεται αμέσως μετά το σημείο της ανατολής προς το βορρά Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources