bn:00029473n
Noun Concept
EL
ανατολικά από νότια  βορειοδυτικά  ebs  ανατολικά-βορειοανατολικά  ανατολικά-νοτιοανατολικά
EL
Το σημείο της πυξίδας που βρίσκεται αμέσως μετά το σημείο της ανατολής προς το νότο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources