bn:00029692n
Noun Concept
EL
έκσταση
EL
Η παθητική κατάσταση στην οποία περιέρχεται το πνεύμα, όταν απορροφάται πλήρως από μια μόνο ισχυρή εντύπωση (θαυμασμού, κατάπληξης κ.τ.λ.) ή μια μόνο σκέψη Greek Open Multilingual WordNet
English:
philosophy
Definitions
Relations
Sources
EL
Η παθητική κατάσταση στην οποία περιέρχεται το πνεύμα, όταν απορροφάται πλήρως από μια μόνο ισχυρή εντύπωση (θαυμασμού, κατάπληξης κ.τ.λ.) ή μια μόνο σκέψη Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet