bn:00029913n
Noun Concept
Categories: Αβγά, Αναπαραγωγή, Τρόφιμα ζωικής προέλευσης, Ζωολογία, Ζωικά προϊόντα
EL
αβγό  αυγό  ωοκύτταρο  ωόν  αβγά
EL
Κύτταρο που προκύπτει κατά την διαδικασία της διαφοροποίησης του θηλυκού γαμέτη στην ωογένεση, ζωικό αναπαραγωγικό κύτταρο που αποτελείται από ένα ωάριο ή έμβρυο που περιβάλλεται από θρεπτικές και προστατευτικές ουσίες Greek Open Multilingual WordNet
English:
biology
Definitions
Relations
Sources
EL
Κύτταρο που προκύπτει κατά την διαδικασία της διαφοροποίησης του θηλυκού γαμέτη στην ωογένεση, ζωικό αναπαραγωγικό κύτταρο που αποτελείται από ένα ωάριο ή έμβρυο που περιβάλλεται από θρεπτικές και προστατευτικές ουσίες Greek Open Multilingual WordNet
Το αβγό, ή αυγό, είναι δομή που παράγουν, ως αναπαραγωγικό μέσο, τα θηλυκά άτομα ορισμένων ειδών ζώων, η οποία έχει σφαιρικό ή ωοειδές σχήμα και συνήθως περιβάλλεται από κέλυφος. Wikipedia
Οργανικό δοχείο στο οποίο ξεκινά η ανάπτυξη εμβρύου Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
OmegaWiki
Wikipedia Redirections
Wikidata Alias
WordNet Translations
Wikipedia Translations