bn:00030151n
Noun Concept
Categories: Ηλεκτρικοί λαμπτήρες, Φωτεινότητα, Ηλεκτρικά εξαρτήματα, Εφευρέσεις
EL
ηλεκτρικός λαμπτήρας  ηλεκτρική λάμπα  λαμπτήρας  λυχνία  φανός
EL
Όργανο που μετατρέπει την ηλεκτρική ενέργεια σε φως Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Όργανο που μετατρέπει την ηλεκτρική ενέργεια σε φως Greek Open Multilingual WordNet
Η εφεύρεση του ηλεκτρικού λαμπτήρα αποδίδεται συνήθως στον Τόμας Έντισον, όμως η ομάδα του Έντισον απλά τελειοποίησε τα χαρακτηριστικά του. Wikipedia