Greek
English
Arabic
Chinese
Dutch
French
German
Greek
Hebrew
Hindi
Italian
Japanese
Korean
Polish
Portuguese
Russian
Spanish
more...
Translate into...
English
Arabic
Chinese
Dutch
French
German
Greek
Hebrew
Hindi
Italian
Japanese
Korean
Polish
Portuguese
Russian
Spanish
more...
bn:00030862n
Noun Concept
Categories: Γλώσσες της Νιγηρίας, Γλώσσες της Ινδίας, Γλώσσες του Καναδά, Γλώσσες της Σκωτίας, Γλώσσες του Τρινιντάντ και Τομπάγκο
EL
αγγλικά  αγγλική γλώσσα  αγγλ.  αγγλική  Εγγλέζικα
See more
EL
Ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, επίσημη της Αγγλίας, της Αμερικής και άλλων κρατών Greek Open Multilingual WordNet
English:
language
Quit
Change View
Definitions
Relations
Sources
Greek
More languages...
English
Arabic
Chinese
Dutch
French
German
Greek
Hebrew
Hindi
Italian
Japanese
Korean
Polish
Portuguese
Russian
Spanish
more...
EL
Ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, επίσημη της Αγγλίας, της Αμερικής και άλλων κρατών Greek Open Multilingual WordNet
Η αγγλική γλώσσα είναι γλώσσα της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας και ειδικότερα του δυτικού γερμανικού υποκλάδου του γερμανικού κλάδου. Wikipedia
γλώσσα της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας και ειδικότερα του δυτικού γερμανικού υποκλάδου του γερμανικού κλάδου Wikidata
INDIGENOUS TO
NAMED AFTER
PERMANENT DUPLICATED ITEM