bn:00030862n
Noun Concept
Categories: Γλώσσες της Νέας Ζηλανδίας, Γλώσσες της Ουγκάντας, Γλώσσες των Φιλιππίνων, Γλώσσες της Ισημερινής Γουινέας, Γλώσσες της Μπελίζ
EL
αγγλικά  αγγλική γλώσσα  αγγλ.  αγγλική  Εγγλέζικα
EL
Ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, επίσημη της Αγγλίας, της Αμερικής και άλλων κρατών Greek Open Multilingual WordNet
English:
language
Definitions
Relations
Sources
EL
Ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, επίσημη της Αγγλίας, της Αμερικής και άλλων κρατών Greek Open Multilingual WordNet
Η αγγλική γλώσσα είναι γλώσσα της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας και ειδικότερα του δυτικού γερμανικού υποκλάδου του γερμανικού κλάδου. Wikipedia
γλώσσα της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας και ειδικότερα του δυτικού γερμανικού υποκλάδου του γερμανικού κλάδου Wikidata
INDIGENOUS TO
NAMED AFTER
PERMANENT DUPLICATED ITEM