bn:00034394n
Noun Concept
EL
αριθμός
EL
Ένα άθροισμα ή σύνολο ή απροσδιόριστη ποσότητα, πλήθος ομοειδών μονάδων (προσώπων ή πραγμάτων) Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ένα άθροισμα ή σύνολο ή απροσδιόριστη ποσότητα, πλήθος ομοειδών μονάδων (προσώπων ή πραγμάτων) Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet