bn:00034618n
Noun Concept
EL
παλαιός τύπος φλάουτου  φλάουτο  φλογέρα  φλάουτο fipple  fipple σωλήνα
EL
Πνευστό όργανο που αποτελείται από κάθετο αυλό, οχτώ δακτυλοθέσια και στόμιο σε σχήμα σφυρίχτρας Greek Open Multilingual WordNet
English:
instrument
musical instrument
Definitions
Relations
Sources
EL
Πνευστό όργανο που αποτελείται από κάθετο αυλό, οχτώ δακτυλοθέσια και στόμιο σε σχήμα σφυρίχτρας Greek Open Multilingual WordNet