bn:00040628n
Noun Concept
Categories: Οφθαλμολογικές παθήσεις
EL
γλαύκωμα
EL
Το γλαύκωμα είναι ασθένεια του ματιού, η οποία εξαιτίας του αποκλεισμού της ροής του υδατοειδούς υγρού, που παράγεται από το ακτινωτό σώμα, αυξάνει την ενδοφθάλμια πίεση, και καταστρέφει τα γαγγλιακά κύτταρα του αμφιβληστροειδούς χιτώνος. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Το γλαύκωμα είναι ασθένεια του ματιού, η οποία εξαιτίας του αποκλεισμού της ροής του υδατοειδούς υγρού, που παράγεται από το ακτινωτό σώμα, αυξάνει την ενδοφθάλμια πίεση, και καταστρέφει τα γαγγλιακά κύτταρα του αμφιβληστροειδούς χιτώνος. Wikipedia
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
OmegaWiki
WordNet Translations
Wikipedia Translations