bn:00041654n
Noun Concept
Categories: Συναισθήματα, Κοινωνική ψυχολογία
EL
ζήλια  ζηλιάρης  πράσινο-eyed τέρας
EL
Η λέξη προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό ουσιαστικό ζῆλος και από το ρήμα ζηλόω. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Η λέξη προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό ουσιαστικό ζῆλος και από το ρήμα ζηλόω. Wikipedia
Wikipedia
Wikidata
WordNet Translations
Wikipedia Translations