bn:00042050n
Noun Concept
EL
σκοπιά  φρουρά  φύλαξη  περιπολία  φρουρά καθήκον
EL
(υπηρεσιακή) βάρδια, εφημερία που υπηρετεί κάποιος ως φρουρός Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
(υπηρεσιακή) βάρδια, εφημερία που υπηρετεί κάποιος ως φρουρός Greek Open Multilingual WordNet