bn:00042274n
Noun Concept
EL
γευστικός κάλυκας  tastebud  γευστικό όργανο  γεύση  οφθαλμός γεύση
EL
(ανατομία) σχηματισμός που μοιάζει με κάλυκα άνθους και στον οποίο διοχετεύεται κάποιο υγρό: γευστικοί κάλυκες, που αποτελούν μέρος των αισθητήριων οργάνων και βρίσκονται στην επιφάνεια της γλώσσας Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
(ανατομία) σχηματισμός που μοιάζει με κάλυκα άνθους και στον οποίο διοχετεύεται κάποιο υγρό: γευστικοί κάλυκες, που αποτελούν μέρος των αισθητήριων οργάνων και βρίσκονται στην επιφάνεια της γλώσσας Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia Translations