bn:00042735n
Noun Concept
EL
σφυρί ισχύος  σφύρα  ισχύ της σφύρας
EL
Μηχανικό εργαλείο που χρησιμοποιείται στο σπάσιμο ή στη διάλυση πετρωμάτων Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Μηχανικό εργαλείο που χρησιμοποιείται στο σπάσιμο ή στη διάλυση πετρωμάτων Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations