bn:00043319n
Noun Concept
EL
προβολέας  xenon hid προβολέας  προβολέων  προβολείς
EL
Σε αυτοκινούμενο όχημα, φωτιστικό σώμα που μέσο ενός συστήματος κατόπτρων ή φακών συγκεντρώνει και εκπέμπει μια ισχυρή δέσμη φωτεινών ακτίνων Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Σε αυτοκινούμενο όχημα, φωτιστικό σώμα που μέσο ενός συστήματος κατόπτρων ή φακών συγκεντρώνει και εκπέμπει μια ισχυρή δέσμη φωτεινών ακτίνων Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary
OmegaWiki
WordNet Translations