bn:00043945n
Noun Concept
Categories: Βιολογικοί όροι, Οικολογία, Βιοχημεία, Μεταβολισμός
EL
ετερότοφος  Ετερότροφος οργανισμός  ετερότροφος  heterotroph  heterotrophs
EL
Στη βιολογία ως ετερότροφος χαρακτηρίζεται ο οργανισμός εκείνος που αδυνατεί ο ίδιος να κατασκευάσει τις οργανικές ουσίες εκείνες τις οποίες χρειάζεται, εξαρτώμενος έτσι από το περιβάλλον του. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Στη βιολογία ως ετερότροφος χαρακτηρίζεται ο οργανισμός εκείνος που αδυνατεί ο ίδιος να κατασκευάσει τις οργανικές ουσίες εκείνες τις οποίες χρειάζεται, εξαρτώμενος έτσι από το περιβάλλον του. Wikipedia
Οργανισμός που δεν κατασκευάζει ο ίδιος τις οργανικές ουσίες που χρειάζεται, αλλά τις λαμβάνει από το περιβάλλον του Wikidata
Wikidata
Wikipedia Redirections
WordNet Translations
Wikipedia Translations