bn:00045255n
Noun Concept
EL
κυνηγόσκυλο  σκυλί κυνηγιού
EL
Σκυλί συγκεκριμένης ράτσας, κυρίως κυνηγετικό που έχει εκπαιδευτεί ειδικά για να ανακαλύπτει θηράματα, να συλλέγει τα φονευμένα ζώα και γενικά να βοηθάει στο κυνήγι Greek Open Multilingual WordNet
English:
Felines
Definitions
Relations
Sources
EL
Σκυλί συγκεκριμένης ράτσας, κυρίως κυνηγετικό που έχει εκπαιδευτεί ειδικά για να ανακαλύπτει θηράματα, να συλλέγει τα φονευμένα ζώα και γενικά να βοηθάει στο κυνήγι Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
Wikipedia Translations