bn:00045414n
Noun Concept
EL
υδροστατική πίεση
EL
Η πίεση που ασκείται σε ένα συγκεκριμένο μέρος αντικειμένου που βρίσκεται σε υγρό. Σχετίζεται με τις συνθήκες ισορροπίας μέσα στο νερό Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η πίεση που ασκείται σε ένα συγκεκριμένο μέρος αντικειμένου που βρίσκεται σε υγρό. Σχετίζεται με τις συνθήκες ισορροπίας μέσα στο νερό Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
Wikipedia Translations