bn:00046116n
Noun Concept
EL
μίμηση
EL
Το να αντιγράφει ή να προσπαθεί να αντιγράψει κάποιος τα χαρακτηριστικά κάποιου άλλου ατόμου, αναπαράσταση των κινήσεων , της φωνής του κ.τ.λ. Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το να αντιγράφει ή να προσπαθεί να αντιγράψει κάποιος τα χαρακτηριστικά κάποιου άλλου ατόμου, αναπαράσταση των κινήσεων , της φωνής του κ.τ.λ. Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet